Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐκόσμητος
εὐκοσμία
εὐκοσμίως
εὔκοσμος
εὐκόσμως
εὔκουρος
εὐκράδαντος
εὐκραδής
εὐκραής
εὔκραιρος
Εὐκράντη
εὐκράς
εὐκράς2
εὐκρασία
εὐκρατόμελι
εὐκρατοποσία
εὔκρατος
εὐκρατόω
εὐκρατῶς
εὔκρεκτος
ἐϋκρήδεμνος
View word page
Εὐκράντη
Eucrante

ShortDef

Eucrante

Debugging

Headword:
Εὐκράντη
Headword (normalized):
εὐκράντη
Headword (normalized/stripped):
ευκραντη
IDX:
37449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37450
Key:

Data

{'content': 'Eucrante'}