Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐκατέργαστος
εὐκατηγόρητος
εὐκατοίκητος
εὐκάτοπτος
εὐκατόρθωτος
εὔκαυστος
εὐκέαστος
εὐκέατος
εὐκέλαδος
εὔκεντρος
εὐκένωτος
εὐκεράϊστος
εὐκέραος
εὐκερασία
εὐκέραστος
ἐϋκερδής
εὐκερματέω
εὐκέφαλος
εὐκηλήτειρα
εὐκηλία
εὔκηλος
View word page
εὐκένωτος
easily evacuated

ShortDef

easily evacuated

Debugging

Headword:
εὐκένωτος
Headword (normalized):
εὐκένωτος
Headword (normalized/stripped):
ευκενωτος
IDX:
37381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37382
Key:

Data

{'content': 'easily evacuated'}