Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐκατανόητος
εὐκαταπάλαιστος
εὐκατάπαυστος
εὐκατάπληκτος
εὐκατάποτος
εὐκατάπρακτος
εὐκαταπράϋντος
εὐκατάπρηστος
εὐκαταρέλαστος
εὐκαταρίθμητος
εὐκατάσειστος
εὐκατάσκεπτος
εὐκατασκεύαστος
εὐκατάστατος
εὐκατάστροφος
εὐκατάσχετος
εὐκατάτακτος
εὐκατατρόχαστος
εὐκατάφθορος
εὐκαταφορία
εὐκατάφορος
View word page
εὐκατάσειστος
easily shaken

ShortDef

easily shaken

Debugging

Headword:
εὐκατάσειστος
Headword (normalized):
εὐκατάσειστος
Headword (normalized/stripped):
ευκατασειστος
IDX:
37357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37358
Key:

Data

{'content': 'easily shaken'}