Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐκατάληκτος
εὐκατάληπτος
εὐκατάλλακτος
εὐκατάλυτος
εὐκαταμάθητος
εὐκατάμικτος
εὐκατανόητος
εὐκαταπάλαιστος
εὐκατάπαυστος
εὐκατάπληκτος
εὐκατάποτος
εὐκατάπρακτος
εὐκαταπράϋντος
εὐκατάπρηστος
εὐκαταρέλαστος
εὐκαταρίθμητος
εὐκατάσειστος
εὐκατάσκεπτος
εὐκατασκεύαστος
εὐκατάστατος
εὐκατάστροφος
View word page
εὐκατάποτος
easily swallowed

ShortDef

easily swallowed

Debugging

Headword:
εὐκατάποτος
Headword (normalized):
εὐκατάποτος
Headword (normalized/stripped):
ευκαταποτος
IDX:
37351
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37352
Key:

Data

{'content': 'easily swallowed'}