Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐκαίρημα
εὐκαιρία
εὔκαιρος
εὐκάκωτος
εὐκαλλώπιστος
εὐκάματος
εὐκάμπεια
εὐκαμπής
εὔκαμπτος
εὐκαμψία
εὐκάρδιος
εὐκάρπεια
εὐκαρπέω
εὐκαρπία
εὔκαρπος
εὐκατάβλητος
εὐκατάγνωστος
εὐκατάγωγος
εὐκαταγώνιστος
εὐκατάκαυστος
εὐκατακόμιστος
View word page
εὐκάρδιος
good of heart, stout-hearted
ShortDef
good of heart, stout-hearted
Debugging
Headword:
εὐκάρδιος
Headword (normalized):
εὐκάρδιος
Headword (normalized/stripped):
ευκαρδιος
IDX:
37328
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37329
Key:
Data
{'content': 'good of heart, stout-hearted'}