Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐθύρριζος
εὐθύρριν
εὔθυρσος
εὐθύς
εὐθύσανος
εὐθυσία
εὐθυσκόλιος
εὐθυσκοπέω
εὐθυσκόπος
εὐθυσμός
εὐθύστομος
εὐθυτενής
εὐθύτης
εὐθυτοκία
εὐθυτομέω
εὐθύτομος
εὐθυτράχηλος
εὐθυτρεχής
εὐθύτρητος
εὐθυφερής
εὐθύφλοιος
View word page
εὐθύστομος
talking plainly

ShortDef

talking plainly

Debugging

Headword:
εὐθύστομος
Headword (normalized):
εὐθύστομος
Headword (normalized/stripped):
ευθυστομος
IDX:
37275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37276
Key:

Data

{'content': 'talking plainly'}