Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἅλιος
ἅλιος
ἅλιος2
ἅλιος3
ἁλιοτρεφής
Ἁλιοῦς
ἁλιόω
ἀλιπαής
ἀλίπαντος
ἀλιπαρής
ἁλίπαστος
ἁλίπεδον
ἀλιπής
ἁλίπλαγκτος
ἁλίπλακτος
ἁλιπλανής
ἁλιπλανία
ἁλίπληκτος
ἁλίπλοος
ἁλίπνοος
ἁλιπόρος
View word page
ἁλίπαστος
sprinkled with salt

ShortDef

sprinkled with salt

Debugging

Headword:
ἁλίπαστος
Headword (normalized):
ἁλίπαστος
Headword (normalized/stripped):
αλιπαστος
IDX:
3725
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3726
Key:

Data

{'content': 'sprinkled with salt'}