Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁλίξαντος
ἁλιονείκης
Ἅλιος
ἅλιος
ἅλιος2
ἅλιος3
ἁλιοτρεφής
Ἁλιοῦς
ἁλιόω
ἀλιπαής
ἀλίπαντος
ἀλιπαρής
ἁλίπαστος
ἁλίπεδον
ἀλιπής
ἁλίπλαγκτος
ἁλίπλακτος
ἁλιπλανής
ἁλιπλανία
ἁλίπληκτος
ἁλίπλοος
View word page
ἀλίπαντος
without grease

ShortDef

without grease

Debugging

Headword:
ἀλίπαντος
Headword (normalized):
ἀλίπαντος
Headword (normalized/stripped):
αλιπαντος
IDX:
3723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3724
Key:

Data

{'content': 'without grease'}