Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐθυδρομέω
εὐθυδρόμος
εὐθυέντερος
εὐθυέπεια
εὐθυεπής
εὐθυεργής
εὐθύζωμον
εὐθυθάνατος
εὐθύθριξ
εὐθύκαυλος
εὐθύληπτος
εὐθυμάχας
εὐθυμαχέω
εὐθυμάχης
εὐθυμαχία
εὐθυμετρία
εὐθυμετρικός
εὐθυμέω
εὐθυμητέον
εὐθυμητέος
εὐθυμία
View word page
εὐθύληπτος
easy to get at, to procure

ShortDef

easy to get at, to procure

Debugging

Headword:
εὐθύληπτος
Headword (normalized):
εὐθύληπτος
Headword (normalized/stripped):
ευθυληπτος
IDX:
37226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37227
Key:

Data

{'content': 'easy to get at, to procure'}