Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐθύγλωσσος
εὐθυγνωμίας
εὐθύγνωμος
εὐθυγραμματίζω
εὐθυγραμμικός
εὐθύγραμμος
Εὐθύδημος
εὐθυδικία
εὐθύδικος
εὐθυδρομέω
εὐθυδρόμος
εὐθυέντερος
εὐθυέπεια
εὐθυεπής
εὐθυεργής
εὐθύζωμον
εὐθυθάνατος
εὐθύθριξ
εὐθύκαυλος
εὐθύληπτος
εὐθυμάχας
View word page
εὐθυδρόμος
running a straight course

ShortDef

running a straight course

Debugging

Headword:
εὐθυδρόμος
Headword (normalized):
εὐθυδρόμος
Headword (normalized/stripped):
ευθυδρομος
IDX:
37217
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37218
Key:

Data

{'content': 'running a straight course'}