Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐθήσαυρος
εὐθικός
εὐθικτέω
εὔθικτος
εὐθιξία
εὔθλαστος
εὐθνήσιμος
εὔθοινος
εὐθορύβητος
εὔθραυστος
εὔθρεπτος
εὔθριγκος
ἐύθριξ
εὖθριξ
ἐύθρονος
εὔθρονος
εὔθροος
εὔθρυπτος
εὐθυβολέω
εὐθυβολία
εὐθυβόλος
View word page
εὔθρεπτος
well-reared
ShortDef
well-reared
Debugging
Headword:
εὔθρεπτος
Headword (normalized):
εὔθρεπτος
Headword (normalized/stripped):
ευθρεπτος
IDX:
37194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37195
Key:
Data
{'content': 'well-reared'}