Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐθηνέω
εὐθηνία
εὐθηνιάρχης
εὐθηνός
εὐθήρατος
εὐθηρία
εὔθηρος
εὐθήσαυρος
εὐθικός
εὐθικτέω
εὔθικτος
εὐθιξία
εὔθλαστος
εὐθνήσιμος
εὔθοινος
εὐθορύβητος
εὔθραυστος
εὔθρεπτος
εὔθριγκος
ἐύθριξ
εὖθριξ
View word page
εὔθικτος
touching the point, clever
ShortDef
touching the point, clever
Debugging
Headword:
εὔθικτος
Headword (normalized):
εὔθικτος
Headword (normalized/stripped):
ευθικτος
IDX:
37187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37188
Key:
Data
{'content': 'touching the point, clever'}