Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐθαλής
εὐθαλής2
εὐθαλπής
εὐθανασία
εὐθανατέω
εὐθάνατος
εὐθάρσεια
εὐθαρσέω
εὐθαρσής
εὐθέατος
εὐθεῖα
εὐθέμεθλος
εὐθέμιτος
εὐθένεια
εὐθενέω
εὐθενία
εὐθενιακός
εὐθεραπευσία
εὐθεράπευτος
εὐθέριστος
εὐθέρμαντος
View word page
εὐθεῖα
(γραμμή) straight line

ShortDef

(γραμμή) straight line

Debugging

Headword:
εὐθεῖα
Headword (normalized):
εὐθεῖα
Headword (normalized/stripped):
ευθεια
IDX:
37148
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37149
Key:

Data

{'content': ' (γραμμή) straight line'}