Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐήρατος
εὐήρετμος
εὐήρης
εὐήροτος
εὐήρυτος
εὐήτριος
εὐήτριος2
εὐηφενέω
εὐηφενής
εὐήχεια
εὐηχέομαι
εὐηχής
εὐήχητος
εὔηχος
εὐθάλαμος
εὐθάλασσος
εὐθάλεια
εὐθαλέω
εὐθαλής
εὐθαλής2
εὐθαλπής
View word page
εὐηχέομαι
to be euphonious

ShortDef

to be euphonious

Debugging

Headword:
εὐηχέομαι
Headword (normalized):
εὐηχέομαι
Headword (normalized/stripped):
ευηχεομαι
IDX:
37130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37131
Key:

Data

{'content': 'to be euphonious'}