Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐέφοδος
εὐέψητος
εὐζηλία
εὔζηλος
εὐζήτητος
εὐζοία
εὔζυγος
εὔζυμος
εὔζυξ
εὐζωέω
εὐζωΐα
εὔζωμον
εὐζωνία
ἐύζωνος
εὔζωνος
εὔζωος
εὔζωρος
εὔζωστος
εὐηγεσία
εὐηγεσίη
εὐηγορία
View word page
εὐζωΐα
well-living

ShortDef

well-living

Debugging

Headword:
εὐζωΐα
Headword (normalized):
εὐζωΐα
Headword (normalized/stripped):
ευζωια
IDX:
37075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37076
Key:

Data

{'content': 'well-living'}