Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐέπεια
εὐεπέκτατος
εὐεπήκοος
εὐεπηρέαστος
εὐεπής
εὐεπίβατος
εὐεπίβλεπτος
εὐεπίβλητος
εὐεπίβολος
εὐεπιβούλευτος
εὐεπίβουλος
εὐεπίγνωστος
εὐεπίδεκτος
εὐεπίδρομος
εὐεπίθετος
εὐεπίληπτος
εὐεπιλόγιστος
εὐεπίμεικτος
εὐεπινόητος
εὐεπιπόλαστος
εὐεπίσημος
View word page
εὐεπίβουλος
fond of plotting

ShortDef

fond of plotting

Debugging

Headword:
εὐεπίβουλος
Headword (normalized):
εὐεπίβουλος
Headword (normalized/stripped):
ευεπιβουλος
IDX:
37014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37015
Key:

Data

{'content': 'fond of plotting'}