Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐεπαίσθητος
εὐεπακολούθητος
εὐεπανόρθωτος
εὐέπεια
εὐεπέκτατος
εὐεπήκοος
εὐεπηρέαστος
εὐεπής
εὐεπίβατος
εὐεπίβλεπτος
εὐεπίβλητος
εὐεπίβολος
εὐεπιβούλευτος
εὐεπίβουλος
εὐεπίγνωστος
εὐεπίδεκτος
εὐεπίδρομος
εὐεπίθετος
εὐεπίληπτος
εὐεπιλόγιστος
εὐεπίμεικτος
View word page
εὐεπίβλητος
easily grasped
ShortDef
easily grasped
Debugging
Headword:
εὐεπίβλητος
Headword (normalized):
εὐεπίβλητος
Headword (normalized/stripped):
ευεπιβλητος
IDX:
37011
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37012
Key:
Data
{'content': 'easily grasped'}