Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐεπάγωγος
εὐεπαίσθητος
εὐεπακολούθητος
εὐεπανόρθωτος
εὐέπεια
εὐεπέκτατος
εὐεπήκοος
εὐεπηρέαστος
εὐεπής
εὐεπίβατος
εὐεπίβλεπτος
εὐεπίβλητος
εὐεπίβολος
εὐεπιβούλευτος
εὐεπίβουλος
εὐεπίγνωστος
εὐεπίδεκτος
εὐεπίδρομος
εὐεπίθετος
εὐεπίληπτος
εὐεπιλόγιστος
View word page
εὐεπίβλεπτος
easily seen, manifest

ShortDef

easily seen, manifest

Debugging

Headword:
εὐεπίβλεπτος
Headword (normalized):
εὐεπίβλεπτος
Headword (normalized/stripped):
ευεπιβλεπτος
IDX:
37010
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37011
Key:

Data

{'content': 'easily seen, manifest'}