Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐεξανάλωτος
εὐεξαπάτητος
εὐέξαπτος
εὐεξάρτυτος
εὐεξέλεγκτος
εὐεξέλικτος
εὐεξέλκυστος
εὐεξέταστος
εὐεξία
εὐεξίλαστος
εὐέξοδος
εὐεπάγωγος
εὐεπαίσθητος
εὐεπακολούθητος
εὐεπανόρθωτος
εὐέπεια
εὐεπέκτατος
εὐεπήκοος
εὐεπηρέαστος
εὐεπής
εὐεπίβατος
View word page
εὐέξοδος
easy to get out of

ShortDef

easy to get out of

Debugging

Headword:
εὐέξοδος
Headword (normalized):
εὐέξοδος
Headword (normalized/stripped):
ευεξοδος
IDX:
36999
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37000
Key:

Data

{'content': 'easy to get out of'}