Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐέντευκτος
εὐέντρεπτος
εὐέντροπος
εὐεξάγωγος
εὐεξάλειπτος
εὐεξανάλωτος
εὐεξαπάτητος
εὐέξαπτος
εὐεξάρτυτος
εὐεξέλεγκτος
εὐεξέλικτος
εὐεξέλκυστος
εὐεξέταστος
εὐεξία
εὐεξίλαστος
εὐέξοδος
εὐεπάγωγος
εὐεπαίσθητος
εὐεπακολούθητος
εὐεπανόρθωτος
εὐέπεια
View word page
εὐεξέλικτος
skilful in manoeuvre

ShortDef

skilful in manoeuvre

Debugging

Headword:
εὐεξέλικτος
Headword (normalized):
εὐεξέλικτος
Headword (normalized/stripped):
ευεξελικτος
IDX:
36994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36995
Key:

Data

{'content': 'skilful in manoeuvre'}