Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔδωρος
εὐέανος
εὐέγρετος
εὐεγχής
εὔεδρος
εὐέθειρα
εὐείδεια
εὐειδής
εὐείκαστος
εὔεικτος
εὐείλητος
εὔειλος
εὐειματέω
εὐείμων
εὔειρος
εὐείσβολος
εὐέκβατος
εὐεκκάθαρτος
εὐεκκαρτέρητος
εὐέκκαυτος
εὐέκκριτος
View word page
εὐείλητος
well rolled up, tight

ShortDef

well rolled up, tight

Debugging

Headword:
εὐείλητος
Headword (normalized):
εὐείλητος
Headword (normalized/stripped):
ευειλητος
IDX:
36944
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36945
Key:

Data

{'content': 'well rolled up, tight'}