Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐδιάλλακτος
εὐδιάλυτος
εὐδιάναξ
εὐδιανέμητος
εὐδιανόητος
εὐδιανός
εὐδιάπλαστος
εὐδιάπνευστος
εὐδιάπνοος
εὐδιάπτωτος
εὐδιάρθρωτος
εὐδιάσειστος
εὐδιασκέδαστος
εὐδιάσπαστος
εὐδιάφθαρτος
εὐδιάφθορος
εὐδιαφορησία
εὐδιαφόρητος
εὐδιάχυτος
εὐδιαχώρητος
εὐδιάω
View word page
εὐδιάρθρωτος
well-articulated

ShortDef

well-articulated

Debugging

Headword:
εὐδιάρθρωτος
Headword (normalized):
εὐδιάρθρωτος
Headword (normalized/stripped):
ευδιαρθρωτος
IDX:
36874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36875
Key:

Data

{'content': 'well-articulated'}