Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὔδηλος
εὐδία
εὐδιάβατος
εὐδιαβόητος
εὐδιάβολος
εὐδιάγνωστος
εὐδιάγωγος
εὐδιάζω
εὐδιάθετος
εὐδιάθρυπτος
εὐδίαιος
εὐδιαίρετος
εὐδιαίτητος
εὐδίαιτος
εὐδιακόμιστος
εὐδιάκονος
εὐδιάκοπος
εὐδιακόσμητος
εὐδιάκριτος
εὐδιάλειπτος
εὐδιάλλακτος
View word page
εὐδίαιος
hole in a ship
ShortDef
hole in a ship
Debugging
Headword:
εὐδίαιος
Headword (normalized):
εὐδίαιος
Headword (normalized/stripped):
ευδιαιος
IDX:
36854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36855
Key:
Data
{'content': 'hole in a ship'}