Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὔγειος
εὐγένεια
εὐγένειος
εὐγενής
εὐγενίζω
εὐγένιος
εὐγεφύρωτος
εὐγεώργητος
εὔγεως
εὐγηθής
εὐγήθητος
εὐγηρέω
εὐγηρία
εὔγηρυς
εὐγήρως
εὐγλαγής
εὔγληνος
εὔγλυπτος
εὐγλωσσία
εὔγλωσσος
εὐγλωττίζω
View word page
εὐγήθητος
joyous
ShortDef
joyous
Debugging
Headword:
εὐγήθητος
Headword (normalized):
εὐγήθητος
Headword (normalized/stripped):
ευγηθητος
IDX:
36785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36786
Key:
Data
{'content': 'joyous'}