Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐβολέω
εὔβολος
εὐβοσία
εὐβόστρυχος
εὐβοτέομαι
εὔβοτος
εὔβοτρυς
εὐβουλεύς
εὐβουλία
Εὐβουλίδης
Εὔβουλος
εὔβουλος
εὔβους
εὐβραχής
εὐβριθής
εὔβροχος
ἐΰβροχος
εὔβρωτος
εὔβυρσος
εὔβωλος
εὐβωλοστρόφητος
View word page
Εὔβουλος
Eubulus

ShortDef

Eubulus
well-advised, prudent

Debugging

Headword:
Εὔβουλος
Headword (normalized):
εὔβουλος
Headword (normalized/stripped):
ευβουλος
IDX:
36758
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36759
Key:

Data

{'content': 'Eubulus'}