Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐαπόρρυτος
εὐαπόσβεστος
εὐαποσείστως
εὐαπόσπαστος
εὐαποτείχιστος
εὐαπόφυκτος
εὐαρδής
εὐαρεστέω
εὐαρέστημα
εὐαρεστήριος
εὐαρέστησις
εὐαρεστητέον
εὐαρεστία
εὐαρεστικός
εὐάρεστος
εὐαρίθμητος
εὔαρκτος
εὐάρματος
εὐαρμοστέω
εὐαρμοστία
εὐάρμοστος
View word page
εὐαρέστησις
being well pleased

ShortDef

being well pleased

Debugging

Headword:
εὐαρέστησις
Headword (normalized):
εὐαρέστησις
Headword (normalized/stripped):
ευαρεστησις
IDX:
36699
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36700
Key:

Data

{'content': 'being well pleased'}