Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐαπόλυτος
εὐαπόνιπτος
εὐαπόπνοος
εὐαπόπτωτος
εὐαπόρρυτος
εὐαπόσβεστος
εὐαποσείστως
εὐαπόσπαστος
εὐαποτείχιστος
εὐαπόφυκτος
εὐαρδής
εὐαρεστέω
εὐαρέστημα
εὐαρεστήριος
εὐαρέστησις
εὐαρεστητέον
εὐαρεστία
εὐαρεστικός
εὐάρεστος
εὐαρίθμητος
εὔαρκτος
View word page
εὐαρδής
well-watered
ShortDef
well-watered
Debugging
Headword:
εὐαρδής
Headword (normalized):
εὐαρδής
Headword (normalized/stripped):
ευαρδης
IDX:
36695
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36696
Key:
Data
{'content': 'well-watered'}