Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐαποκύλιστος
εὐαπολόγητος
εὐαπόλυτος
εὐαπόνιπτος
εὐαπόπνοος
εὐαπόπτωτος
εὐαπόρρυτος
εὐαπόσβεστος
εὐαποσείστως
εὐαπόσπαστος
εὐαποτείχιστος
εὐαπόφυκτος
εὐαρδής
εὐαρεστέω
εὐαρέστημα
εὐαρεστήριος
εὐαρέστησις
εὐαρεστητέον
εὐαρεστία
εὐαρεστικός
εὐάρεστος
View word page
εὐαποτείχιστος
easy to wall off, easy to blockade by circumvallation

ShortDef

easy to wall off, easy to blockade by circumvallation

Debugging

Headword:
εὐαποτείχιστος
Headword (normalized):
εὐαποτείχιστος
Headword (normalized/stripped):
ευαποτειχιστος
IDX:
36693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36694
Key:

Data

{'content': 'easy to wall off, easy to blockade by circumvallation'}