Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐαπόδεικτος
εὐαπόδεκτος
εὐαπόδοτος
εὐαποκριτικός
εὐαπόκριτος
εὐαποκύλιστος
εὐαπολόγητος
εὐαπόλυτος
εὐαπόνιπτος
εὐαπόπνοος
εὐαπόπτωτος
εὐαπόρρυτος
εὐαπόσβεστος
εὐαποσείστως
εὐαπόσπαστος
εὐαποτείχιστος
εὐαπόφυκτος
εὐαρδής
εὐαρεστέω
εὐαρέστημα
εὐαρεστήριος
View word page
εὐαπόπτωτος
easily falling off

ShortDef

easily falling off

Debugging

Headword:
εὐαπόπτωτος
Headword (normalized):
εὐαπόπτωτος
Headword (normalized/stripped):
ευαποπτωτος
IDX:
36688
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36689
Key:

Data

{'content': 'easily falling off'}