Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐαπάτητος
εὐαπόβατος
εὐαπόβλητος
εὐαπόδεικτος
εὐαπόδεκτος
εὐαπόδοτος
εὐαποκριτικός
εὐαπόκριτος
εὐαποκύλιστος
εὐαπολόγητος
εὐαπόλυτος
εὐαπόνιπτος
εὐαπόπνοος
εὐαπόπτωτος
εὐαπόρρυτος
εὐαπόσβεστος
εὐαποσείστως
εὐαπόσπαστος
εὐαποτείχιστος
εὐαπόφυκτος
εὐαρδής
View word page
εὐαπόλυτος
easy to be separated from

ShortDef

easy to be separated from

Debugging

Headword:
εὐαπόλυτος
Headword (normalized):
εὐαπόλυτος
Headword (normalized/stripped):
ευαπολυτος
IDX:
36685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36686
Key:

Data

{'content': 'easy to be separated from'}