Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐαπάρτιστος
εὐαπάτητος
εὐαπόβατος
εὐαπόβλητος
εὐαπόδεικτος
εὐαπόδεκτος
εὐαπόδοτος
εὐαποκριτικός
εὐαπόκριτος
εὐαποκύλιστος
εὐαπολόγητος
εὐαπόλυτος
εὐαπόνιπτος
εὐαπόπνοος
εὐαπόπτωτος
εὐαπόρρυτος
εὐαπόσβεστος
εὐαποσείστως
εὐαπόσπαστος
εὐαποτείχιστος
εὐαπόφυκτος
View word page
εὐαπολόγητος
easy to excuse

ShortDef

easy to excuse

Debugging

Headword:
εὐαπολόγητος
Headword (normalized):
εὐαπολόγητος
Headword (normalized/stripped):
ευαπολογητος
IDX:
36684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36685
Key:

Data

{'content': 'easy to excuse'}