Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐάμπελος
εὐάμπυξ
εὐάν
εὐανάβλαστος
εὐανάγνωστος
εὐανάγωγος
εὐανάδοτος
εὐανάκλητος
εὐανακόμιστος
εὐανάληπτος
εὐανάλυτος
εὐανάμνηστος
εὐανάπειστος
εὐανάπνευστος
εὐανάσειστος
εὐανάστροφος
εὐανάσφαλτος
εὐανάτμητος
εὐανάτρεπτος
εὐανάτροφος
εὐανδρέω
View word page
εὐανάλυτος
easily analysed

ShortDef

easily analysed

Debugging

Headword:
εὐανάλυτος
Headword (normalized):
εὐανάλυτος
Headword (normalized/stripped):
ευαναλυτος
IDX:
36643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36644
Key:

Data

{'content': 'easily analysed'}