Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑτέρωθι
ἑτερώνιος
ἑτερωνυμέω
ἑτερωνυμία
ἑτερώνυμος
ἑτέρως
ἑτέρωσε
ἔτετμον
ἐτήρ
ἐτηρίς
ἔτης
ἐτησίαι
ἐτήσιος
ἐτητυμία
ἐτήτυμος
ἔτι
ἐτνηρός
ἐτνήρυσις
ἐτνοδόνος
ἔτνος
ἑτοιμάζω
View word page
ἔτης
clansmen
ShortDef
clansmen
Debugging
Headword:
ἔτης
Headword (normalized):
ἔτης
Headword (normalized/stripped):
ετης
IDX:
36532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36533
Key:
Data
{'content': 'clansmen'}