Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑτερόφυλος
ἑτερόφυτον
ἑτεροφωνέομαι
ἑτεροφωνία
ἑτερόφωνος
ἑτερόχηλος
ἑτεροχροέω
ἑτερόχροια
ἑτεροχροιότης
ἑτερόχρονος
ἑτερόχροος
ἑτερόχρως
ἑτέρωθεν
ἑτέρωθι
ἑτερώνιος
ἑτερωνυμέω
ἑτερωνυμία
ἑτερώνυμος
ἑτέρως
ἑτέρωσε
ἔτετμον
View word page
ἑτερόχροος
of different colour

ShortDef

of different colour

Debugging

Headword:
ἑτερόχροος
Headword (normalized):
ἑτερόχροος
Headword (normalized/stripped):
ετεροχροος
IDX:
36519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36520
Key:

Data

{'content': 'of different colour'}