Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑτερόσκιος
ἑτερόσσυτος
ἑτερόστοιχος
ἑτερόστομος
ἑτερόστροφος
ἑτερόσφυκτος
ἑτεροσχημάτιστος
ἑτεροσχήμων
ἑτεροταγής
ἑτερότης
ἑτεροτράχηλος
ἑτερότροπος
ἑτερούας
ἑτερουΐς
ἑτεροφανής
ἑτεροφθαλμία
ἑτερόφθαλμος
ἑτεροφρονέω
ἑτεροφροσύνη
ἑτερόφρων
ἑτεροφυής
View word page
ἑτεροτράχηλος
with neck turned to one side
ShortDef
with neck turned to one side
Debugging
Headword:
ἑτεροτράχηλος
Headword (normalized):
ἑτεροτράχηλος
Headword (normalized/stripped):
ετεροτραχηλος
IDX:
36498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36499
Key:
Data
{'content': 'with neck turned to one side'}