Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑτερόπνοοι
ἑτεροποδέω
ἑτεροποιός
ἑτερόπορπος
ἑτερόπους
ἑτεροπρόσωπος
ἑτερόπτολις
ἑτερόπτωτος
ἑτερορρέπεια
ἑτερορρεπέω
ἑτερορρεπής
ἑτερόρροπος
ἑτερόρρυθμος
ἕτερος
ἑτεροσήμαντος
ἑτεροσκελής
ἑτερόσκιος
ἑτερόσσυτος
ἑτερόστοιχος
ἑτερόστομος
ἑτερόστροφος
View word page
ἑτερορρεπής
making now one side and now another preponderate

ShortDef

making now one side and now another preponderate

Debugging

Headword:
ἑτερορρεπής
Headword (normalized):
ἑτερορρεπής
Headword (normalized/stripped):
ετερορρεπης
IDX:
36482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36483
Key:

Data

{'content': 'making now one side and now another preponderate'}