Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑτεροιόω
ἑτεροίωσις
ἑτεροιωτικός
ἑτερόκαρπος
ἑτεροκινησία
ἑτεροκίνητος
ἑτεροκλινέω
ἑτεροκλινής
ἑτερόκλιτος
ἑτεροκλονέω
ἑτεροκοπία
ἑτεροκρανία
ἑτερόκτυπος
ἑτεροκωφέω
ἑτερόκωφος
ἑτερολογία
ἑτερόμαλλος
ἑτερομάσχαλος
ἑτερομεγεθέω
ἑτερομέρεια
ἑτερομερής
View word page
ἑτεροκοπία
exercise in which two parties are engaged
ShortDef
exercise in which two parties are engaged
Debugging
Headword:
ἑτεροκοπία
Headword (normalized):
ἑτεροκοπία
Headword (normalized/stripped):
ετεροκοπια
IDX:
36444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36445
Key:
Data
{'content': 'exercise in which two parties are engaged'}