Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑτεροεθνής
ἑτεροείδεια
ἑτεροειδής
ἑτερόζηλος
ἑτεροζυγέω
ἑτεροζυγία
ἑτερόζυγος
ἑτερόζυξ
ἑτεροθαλής
ἑτερόθρησκος
ἑτερόθροος
ἑτεροῖος
ἑτεροιότης
ἑτεροιόω
ἑτεροίωσις
ἑτεροιωτικός
ἑτερόκαρπος
ἑτεροκινησία
ἑτεροκίνητος
ἑτεροκλινέω
ἑτεροκλινής
View word page
ἑτερόθροος
speaking different tongues
ShortDef
speaking different tongues
Debugging
Headword:
ἑτερόθροος
Headword (normalized):
ἑτερόθροος
Headword (normalized/stripped):
ετεροθροος
IDX:
36431
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36432
Key:
Data
{'content': 'speaking different tongues'}