Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑτεροδίδακτος
ἑτεροδιδασκαλέω
ἑτεροδιδάσκαλος
ἑτεροδοξέω
ἑτεροδοξία
ἑτερόδοξος
ἑτεροδυναμία
ἑτεροδύναμος
ἑτεροεθνής
ἑτεροείδεια
ἑτεροειδής
ἑτερόζηλος
ἑτεροζυγέω
ἑτεροζυγία
ἑτερόζυγος
ἑτερόζυξ
ἑτεροθαλής
ἑτερόθρησκος
ἑτερόθροος
ἑτεροῖος
ἑτεροιότης
View word page
ἑτεροειδής
of another kind

ShortDef

of another kind

Debugging

Headword:
ἑτεροειδής
Headword (normalized):
ἑτεροειδής
Headword (normalized/stripped):
ετεροειδης
IDX:
36423
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36424
Key:

Data

{'content': 'of another kind'}