Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑτερόγλωσσος
ἑτερόγναθος
ἑτερογνωμοσύνη
ἑτεροδίδακτος
ἑτεροδιδασκαλέω
ἑτεροδιδάσκαλος
ἑτεροδοξέω
ἑτεροδοξία
ἑτερόδοξος
ἑτεροδυναμία
ἑτεροδύναμος
ἑτεροεθνής
ἑτεροείδεια
ἑτεροειδής
ἑτερόζηλος
ἑτεροζυγέω
ἑτεροζυγία
ἑτερόζυγος
ἑτερόζυξ
ἑτεροθαλής
ἑτερόθρησκος
View word page
ἑτεροδύναμος
of different power

ShortDef

of different power

Debugging

Headword:
ἑτεροδύναμος
Headword (normalized):
ἑτεροδύναμος
Headword (normalized/stripped):
ετεροδυναμος
IDX:
36420
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36421
Key:

Data

{'content': 'of different power'}