Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐσφαλμένως
ἐσφιγμένως
ἔσφλασις
ἐσφλάω
ἐσχάρα
ἐσχαράδιν
ἐσχαρεῖον
ἐσχαρεύς
ἐσχάρη
ἐσχάριον
ἐσχάριος
ἐσχαρίς
ἐσχαρίτης
ἐσχαρόπεπτος
ἔσχαρος
ἐσχαρόω
ἐσχαρώδης
ἐσχάρωμα
ἐσχαρών
ἐσχάρωσις
ἐσχαρωτικός
View word page
ἐσχάριος
of or on the hearth

ShortDef

of or on the hearth

Debugging

Headword:
ἐσχάριος
Headword (normalized):
ἐσχάριος
Headword (normalized/stripped):
εσχαριος
IDX:
36331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36332
Key:

Data

{'content': 'of or on the hearth'}