Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑστιατορίς
ἑστιάτωρ
ἑστιάω
ἑστιόομαι
ἑστιοπάμων
ἕστιος
ἑστιουχέω
ἑστιοῦχος
ἑστιῶν
ἑστιῶτις
ἐστοχασμένως
ἐστραμμένως
ἐστρίς
ἐστυμμένως
ἐστώ
ἕστωρ
ἐσύστερον
ἐσφαλμένως
ἐσφιγμένως
ἔσφλασις
ἐσφλάω
View word page
ἐστοχασμένως
hitting the mark

ShortDef

hitting the mark

Debugging

Headword:
ἐστοχασμένως
Headword (normalized):
ἐστοχασμένως
Headword (normalized/stripped):
εστοχασμενως
IDX:
36314
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36315
Key:

Data

{'content': 'hitting the mark'}