Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑστιατορία
ἑστιατόριον
ἑστιατορίς
ἑστιάτωρ
ἑστιάω
ἑστιόομαι
ἑστιοπάμων
ἕστιος
ἑστιουχέω
ἑστιοῦχος
ἑστιῶν
ἑστιῶτις
ἐστοχασμένως
ἐστραμμένως
ἐστρίς
ἐστυμμένως
ἐστώ
ἕστωρ
ἐσύστερον
ἐσφαλμένως
ἐσφιγμένως
View word page
ἑστιῶν
give a feast

ShortDef

give a feast

Debugging

Headword:
ἑστιῶν
Headword (normalized):
ἑστιῶν
Headword (normalized/stripped):
εστιων
IDX:
36312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36313
Key:

Data

{'content': 'give a feast'}