Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑσία
Ἑσιῆς
ἕσις
ἐσκάλισις
ἐσκεθῆν
ἐσκεμμένως
ἐσκιχρέμεν
ἔσκλητος
ἐσλιήνω
ἕσμα
ἑσμός
ἑσμοτόκος
ἑσμοφύλαξ
ἐσοράω
ἐσορούω
ἑσπέρα
Ἑσπερία
ἑσπερινός
Ἑσπέριον
ἑσπέριος
Ἑσπερίς
View word page
ἑσμός
a swarm, a stream
ShortDef
a swarm, a stream
Debugging
Headword:
ἑσμός
Headword (normalized):
ἑσμός
Headword (normalized/stripped):
εσμος
IDX:
36254
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36255
Key:
Data
{'content': 'a swarm, a stream'}