Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔρριψις
ἔρρους
ἐρρυθμισμένως
ἔρρυσος
ἔρρω
ἔρρω2
ἐρρωμένος
ἕρση
ἑρσήεις
ἔρσις
ἔρσω
ἐρτός
ἐρυγάω
ἐρυγγάνω
ἐρυγή
ἐρυγήτωρ
ἐρυγμαίνω
ἐρυγματώδης
ἐρύγμηλος
ἐρυθαίνω
Ἐρύθεια
View word page
ἔρσω
bedew, moisten

ShortDef

bedew, moisten

Debugging

Headword:
ἔρσω
Headword (normalized):
ἔρσω
Headword (normalized/stripped):
ερσω
IDX:
36110
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36111
Key:

Data

{'content': 'bedew, moisten'}