Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἕρπω
ἔρραος
ἐρρᾳστωνευμένως
ἔρρειθρος
ἐρρηέστερον
ἔρρινον
ἔρριψις
ἔρρους
ἐρρυθμισμένως
ἔρρυσος
ἔρρω
ἔρρω2
ἐρρωμένος
ἕρση
ἑρσήεις
ἔρσις
ἔρσω
ἐρτός
ἐρυγάω
ἐρυγγάνω
ἐρυγή
View word page
ἔρρω
be gone
ShortDef
be gone
[Aeol.]
Debugging
Headword:
ἔρρω
Headword (normalized):
ἔρρω
Headword (normalized/stripped):
ερρω
IDX:
36104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36105
Key:
Data
{'content': 'be gone'}