Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἕρπυσις
ἑρπυστήρ
ἑρπυστής
ἑρπυστικός
ἕρπω
ἔρραος
ἐρρᾳστωνευμένως
ἔρρειθρος
ἐρρηέστερον
ἔρρινον
ἔρριψις
ἔρρους
ἐρρυθμισμένως
ἔρρυσος
ἔρρω
ἔρρω2
ἐρρωμένος
ἕρση
ἑρσήεις
ἔρσις
ἔρσω
View word page
ἔρριψις
prostration

ShortDef

prostration

Debugging

Headword:
ἔρριψις
Headword (normalized):
ἔρριψις
Headword (normalized/stripped):
ερριψις
IDX:
36100
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36101
Key:

Data

{'content': 'prostration'}