Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐρνοκόμος
ἐρνόομαι
ἔρνος
ἐρνώδης
Ἐρξείης
ἐρόεις
ἔρομαι
ἔρος
ἔρος2
ἑρπετόδηκτος
ἑρπετόεις
ἑρπετόν
Ἑρπετοσῖται
ἑρπετώδης
ἑρπηδών
ἕρπηλα
ἑρπηνώδης
ἕρπης
ἑρπηστής
ἕρπις
ἑρπύζω
View word page
ἑρπετόεις
of reptiles
ShortDef
of reptiles
Debugging
Headword:
ἑρπετόεις
Headword (normalized):
ἑρπετόεις
Headword (normalized/stripped):
ερπετοεις
IDX:
36075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-36076
Key:
Data
{'content': 'of reptiles'}