Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐρίπνη
ἐρίπνοος
ἐριπτοίητος
ἐρίς
ἔρις
ἔρις2
ἐρισάλπιγξ
ἐρισθενής
ἐρίσκηπτον
ἔρισμα
ἐρισμάραγος
ἐρίσπορος
ἐριστάφυλος
ἐριστέφανος
ἐριστής
ἐριστικός
ἐριστός
ἐρισφάραγος
ἐρίσφηλος
ἐριταρβής
ἐρίτιμος
View word page
ἐρισμάραγος
loud-thundering

ShortDef

loud-thundering

Debugging

Headword:
ἐρισμάραγος
Headword (normalized):
ἐρισμάραγος
Headword (normalized/stripped):
ερισμαραγος
IDX:
35978
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35979
Key:

Data

{'content': 'loud-thundering'}