Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐρινάζω
ἐρινάς
ἐρινάς2
ἐρινασμός
ἐριναστός
ἐρινεόν
ἐρίνεος
ἐρινεός
ἐρινεώδης
ἐρινόν
ἔρινος
ἐρινός
Ἐρινύς
ἐρινύω
Ἐρινυώδης
ἐριοκάρτης
ἔριον
ἐριόξυλον
ἐριοπλύτης
ἐριοπωλέω
ἐριοπώλης
View word page
ἔρινος
basil

ShortDef

basil

Debugging

Headword:
ἔρινος
Headword (normalized):
ἔρινος
Headword (normalized/stripped):
ερινος
IDX:
35942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35943
Key:

Data

{'content': 'basil'}